Είδα τους Turbonegro πρώτη φορά live το 2016 και δε θυμάμαι ούτε το setlist, ούτε καν την μπάντα. Θυμάμαι όμως ότι γέλασα. Θυμάμαι τον χορό που έριξα και ότι για μια ώρα και κάτι, όσοι ήμασταν στη Μαλακάσα το ζήσαμε πραγματικά. Κι αυτό, σε μια εποχή όπου κάθε μπάντα παλεύει να γίνει είτε σωτήρας της μουσικής είτε mainstream μασκότ, είναι σχεδόν επαναστατικό.
Τα τελευταία χρόνια οι μπάντες μοιάζουν να έχουν κολλήσει ανάμεσα σε δύο άβολες συνθήκες: η μία του «εμείς έχουμε το νόημα της ζωής» και η άλλη του «ας γεμίσουμε όλα τα στάδια του πλανήτη». Οι μέρες μας είναι όλο και πιο δυστοπικές. Είμαστε συνέχεια μπροστά από οθόνες που από τη μια ουρλιάζουν καταστροφολογία και από την άλλη, ινφλουένσερς να πουλάνε αέρα κοπανιστό σε 15χρόνα. Οι μουσικές σκηνές και τα θέατρα έχουν γεμίσει με θεατές που δεν ξέρουν τι ήρθαν να δουν, αλλά πάνε γιατί πρέπει να ανεβάσουν story. Όλα έγιναν content.
Κάπου εκεί ανάμεσα σε όλο αυτό το χάος, καταφθάνουν οι Turbonegro φωνάζοντας με παρδαλά τζιν και ναυτικά καπέλα: «Χαλαρώστε ρε παιδιά, μήπως απλά να περάσουμε καλά;». Με ειρωνική, και αυτοσαρκαστική διάθεση επιμένουν θριαμβευτικά στη γελοιότητα της ζωής. Δεν ντρέπονται για την υπερβολή, τη χρησιμοποιούν. Ανεβαίνουν στη σκηνή για να μας κάνουν να γελάσουμε με την ίδια μας την αμηχανία.
Οι Turbonegro ξεπήδησαν στα τέλη των ’80s, σε μια Νορβηγία που γένναγε black metal, σατανίλα, και σοβαροφάνεια. Εκείνοι, αντί για πεντάλφες και καμένα εκκλησάκια, έβαλαν στρας, μουστάκια και δερμάτινα παντελόνια τρία νούμερα μικρότερα. Όταν το glam ήθελε να είναι σέξι και έκαιγε ακόμα τα μαλλιά του απ΄τη λακ, αυτοί το έκαναν βρώμικο. Όταν το punk ήθελε να είναι πολιτικό, αυτοί το έκαναν θέατρο.
Πήραν πυλώνες της μουσικής βιομηχανίας, τους έβαλαν στο μπλέντερ και τους έλουσαν με κιτσαριό. Κι αυτό είναι το μυστικό τους. Εκεί που όλοι θέλουν να φαίνονται cool, αυτοί επιλέγουν να φαίνονται γελοίοι. Εκεί που οι άλλοι κάνουν performance για το story, αυτοί κάνουν performance για το χάος.
Από τα πρώτα τους albums, όπως το “Ass Cobra“ και το “Apocalypse Dudes“, οι Turbonegro παίζουν με την εικόνα του υπερ-αρρενωπού ροκά, όλα σε βαθμό καρικατούρας. Δεν πουλάνε “αντρίλα” ή σεξουαλικότητα, την ξεφτιλίζουν. Παίρνουν το rock machismo και το ανατινάζουν με χιούμορ και ειρωνική θεατρικότητα. Χλευάζουν τη σοβαροφάνεια του “leather” metal και υιοθετούν το “denim” σαν φτηνό, λαϊκό και αυτοσαρκαστικό σύμβολο. Απομυθοποιούν το φετίχ του oversexualized ροκά και το γυρίζουν τούμπα. Γιατί όταν φοράς ναυτικά καπέλα και φουσκώνεις το μουστάκι σου δεν πουλάς σεξουαλική φαντασίωση, την αποδομείς εξολοκλήρου.
Δύο δεκαετίες με διαλύσεις, ναρκωτικά, cult status, fan club-στρατό (Turbojugend) και μία δισκογραφία όπου κάθε τίτλος μοιάζει με inside joke που ξέφυγε. Κι παρότι οι εποχές αλλάξανε, οι σκανδιναβικές μπάντες σοβάρεψαν, το punk έγινε πιο εσωστρεφές, και το glam έγινε ρετρο-φίλτρο στο TikTok, οι Turbonegro έμειναν εκεί: Να θυμίζουν σε όλους πως η αποδόμηση της σοβαροφάνειας είναι σαφής στάση ζωής και ότι πίσω από τη γελοιοποίηση η αντρική ροκ περσόνα είναι performance, όχι ουσία.
Αν οι περισσότερες μπάντες ποζάρουν, αυτοί μοιάζουν να βγήκαν από υπόγειο ναυτικό sex club του ’89. Δε θέλουν να είναι cool, θέλουν να είναι επικίνδυνοι, γελοίοι, αστείοι, μεγαλύτεροι απ’ τη ζωή. Όσο εμείς προσπαθούμε να ανεβάσουμε στα social το τέλειο post, αυτοί συνεχίζουν να διαλύουν το φαίνεσθαι με γκλίτερ, και deathpunk ειρωνεία. Παραμένουν μια μπάντα που δεν παίρνει τίποτα στα σοβαρά, ούτε καν τον εαυτό της. Και, τελικά, αυτό είναι το μόνο αληθινό punk που έχει απομείνει το 2025: Να περνάς καλά χωρίς να σε νοιάζει ποιος το βλέπει.
