Τότε, το 2003, οι Dimmu Borgir στο black metal ήταν περίπου ότι οι Chicago Bulls στο NBA το 1996. Η αλήθεια, τώρα που το βλέπω λίγο πιο ώριμα, μουσικά, ο ντόρος γύρω από το όνομά τους δεν ήταν ακριβώς δικαιολογημένος. Μην παρεξηγηθώ, δε θεωρώ ότι αδίκως αποθεώνονταν, αλλά αν αναλογίστουμε ότι από τα πρώτα τους πέντε album, πραγματικά σπουδαίο, είναι ένα, κάτι πρέπει να μας λέει. Και σίγουρα, το έκτο τους, το “Death Cult Armageddon” δεν μπόρεσε να το αλλάξει αυτό.
Σκεφτείτε τη δισκογραφία τους και βρείτε ένα δίσκο τους, που να πλησιάζει το επίπεδο του “Enthrone Darkness Triumphant”. Οκ, το έχω ξαναγράψει, αν ήταν εύκολο να γράφονται τέτοια album, τότε δε θα ήταν ιδιαίτερα. Οι Cradle of Filth, που ηχητικά είναι αρκετά κοντά τους, μέχρι τότε είχαν βγάλει τα “Dusk and Her Embrace”, “Cruelty and the Beast” και “Midian”. Μιλάμε για τρεις δίσκους σταθμούς στα ίδια περίπου χρόνια και πάνω-κάτω στο ίδιο διάστημα.
Σαφώς και η ποσότητα δεν είναι το μοναδικό κριτήριο. Αλίμονο, αν ήταν οι Emperor των τεσσάρων full length, δε θα λογίζονταν ως μία από τις τρεις καλύτερες μπάντες του είδους. Από την άλλη, οι «συγχωριανοί» τους, Dimmu Borgir, δεν έζησαν ποτέ τους τα επίπεδα του Ihsahn και της παρέας του. Ένα καλό debate είναι το γιατί αυτό δε συνέβη. Αν δούμε το line up των Dimmu Borgir της περιόδου “Death Cult Armageddon”, μοιάζει σχετικά ονειρικό.
Στη μία κιθάρα έχουμε έναν από τους καλύτερους παίχτες της χώρας, τον Galder. O οποίος δεν είναι μόνο παίχτης, αφού το 2003 κυκλοφορεί με τους Old Man’s Child, το εξαιρετικό “In Defiance of Existence”. Καλά, δεν είναι μόνο αυτό, απλά ανέφερα αυτό, γιατί μιλάμε για την ίδια χρονιά. Στο παρελθόν, έχουμε και ”Born of the Flickering” και “The Pagan Prosperity”. Τέλος πάντων, αυτό, στο οποίο πρέπει να σταθούμε, είναι ότι ο Galder δε συμμετέχει στους Old Man’s Child ως ένας απλός παίκτης, είναι η ίδια η μπάντα.
Πάμε στην έτερη κιθάρα, όπου εκεί δεσπόζει η μορφή του Silenoz. Ιδρυτικός μέλος των Dimmu Borgir και ένας από τους κύριους συνθετικούς πόλους της μπάντας. Ναι, μπορεί παικτικά να υστερεί συγκριτικά με τον βιρουόζο Galder, αλλά αυτό δε λέει και πολλά. Πρώτον, γιατί το 90% των κιθαριστών του είδους υστερεί μπροστά στον Galder και δεύτερον, γιατί δεν είναι αυτός ο ρόλος του Silenoz. Ο Silenoz στους Borgir ήταν – και παραμένει – μία μορφή σε οτιδήποτε αφορά την μπάντα. Επίσης, ΔΕΝ είναι κακός ρυθμικός κιθαρίστας, τουναντίον, και είναι και καλός συνθέτης.
Πάμε φωνές και μπάσο να τα πιάσουμε μαζί. Υποθέτω ότι όλοι έχετε κάποια στιγμή στη ζωή σας το ”Sacreligious Scorn”. To οποίο σαν κομμάτι, μεταξύ μας τώρα, δεν είναι κάτι ιδιαίτερο, αλλά έχει μία από τις επικότερες συνυπάρξεις καθαρών και brutal φωνητικών. O ICS Vortex είναι οριακά cheat, μπασίστα με τέτοια φωνή δε βρίσκεις εύκολα. Λογικό, αφού η κύρια ιδιότητά του είναι τραγουδιστής, απλά παίζει και καλό μπάσο. Να πούμε και το βιογραφικό του λίγο. Arcturus και Borknagar, οι δύο μπάντες, που έχει περάσει το μεγαλύτερο μέρος της καλλιτεχνικής του ζωής. Not bad θα λέγαμε.
Aπό την άλλη, στο μικροφώνο των brutal στέκεται υπερήφανα ο Shagrath. Αρέσει-δεν αρέσει σε κάποιον ο Νορβηγός frontman, δε γίνεται να μην του αναγνωρίσει ότι είναι ένας από τους καλύτερους του είδους. Να μιλήσουμε για τα φωνητικά που, παρόλη την «αγριάδα» τους, παραμένουν κατανοητά; Να πούμε για την παρουσία του στα live; Εκτός αν θέλετε να πιάσουμε την άκρως θεατρική ερμηνεία του. Από όπου και αν το πιάσεις, αδύναμο σημείο είναι αδύνατον να του βρεις. Ναι, δεκτό το ότι μπορεί να μην αρέσει σε κάποιον, γούστα είναι αυτά, αλλά το εκτόπισμά του στην black metal σκηνή είναι δεδομένα τεράστιο.
Για το τέλος άφησα τον Mustis και τον Nicholas Barker. Καθώς είμαι γνωστός ανάποδος, θα ξεκινήσω με τον Βρετανό drummer. Θυμάστε τα albums των CoF, που ανέφερα λίγο πριν; Ε στα δύο πρώτα τύμπανα παίζει ο Barker. Δε λέγαμε κάτι για τον Galder, τους Old Man’s Child και το ”In Defiance of Existence”; Και εκεί τύμπανα παίζει ο Barker. Προσέξτε, όλα αυτά τα album δεν τα ανέφερα για να σας πω πόσο καλός είναι, στη ροή της σκέψης μου «πετάχτηκαν», και σε όλα ο Βρετανός αποτελεί «σημείο τομής». Στο βιογραφικό του συναντούμε ακόμα μπάντες, όπως οι Cancer, Brujeria, Benediction, Testament, Exodus και μερικά ακόμα ιερά τέρατα του ευρύτερου metal ήχου. Αν δεν έχει κάποιο βύσμα επιπέδου ΠΑΣΟΚ του ’80, δε χρειάζεται και ιδιαίτερη ανάλυση για να καταλάβουμε πόσο μεγάλος παίκτης είναι.
Πάμε τώρα και στον Mustis, που έμεινε για το τέλος. Θα μου πείτε τώρα, πληκτράς σε black metal μπάντα είναι. Και να το ξέχναγες, ίσως να ήταν και καλύτερα. Ο Mustaparta, όπως είναι το επίθετό του, για κάποια χρόνια ήταν ο ίσως-καλύτερος πληκτράς στο black metal. Αρχικά, τα πλήκτρα του είναι χαρακτηριστικά, και όταν μπαίνουν σε ένα κομμάτι, αλλάζουν καθοριστικά τον ήχο του. Επίσης, θυμίζω ότι πολύ μεγάλο μέρος του “Puritanical Euphoric Misanthropia”, συνθετικά, είναι δικό του.
Ας επιστρέψουμε, όμως, στο “Death Cult Armageddon”. Με τέτοιο line up δε θα μπορούσε να είναι ένα σπουδαίο album, σωστά; Κατά πως φαίνεται το πράγμα δε λειτουργεί ακριβώς έτσι. Φαίνεται ότι τόσα μαζεμένα «εγώ», ειδικά σε καλλιτεχνικό επίπεδο, οδηγούν σε αδιέξοδο. Το DCA είναι περίτρανη απόδειξη αυτού. Υπάρχουν σημεία που το ταλέντο ξεχείλιζει και άλλες, που είναι τόσο φλύαρο (Τι 63 λεπτά μωρέ;) που αναρωτιέσαι πώς είναι δυνατόν να μην το κατάλαβαν ούτε οι ίδιοι.
Επίσης, έχω και ένα θέμα με την ενορχήστρωσή του, μου φαίνεται πολύ μπουκωμένη. Έχουν στριμωχτεί όλα τόσο πολύ, που δεν έχουν να αναπνεύσουν και να αναπτυχθούν ορθά. Διάβολε, majestic black metal παίζετε, μεγαλείο περιμένουμε και όχι έναν άτυπο αγώνα επίδειξης. Επίσης, γιατί ο Vortex έπαθε Newsted; Και άντε με το μπάσο πάει και έρχεται, υπάρχουν τα πλήκτρα να γεμίζουν, φωνητικά γιατί μειώθηκε τόσο ο χρόνος του συγκριτικά με το παρελθόν;
Προφανώς δεν είναι όλα άσχημα στο “Death Cult Armageddon”, αφού υπάρχει και η κομμάταρα, το hit (ναι, οι τύποι έκαναν hit παίζοντας black metal) “Progenies of the Great Apocalypse”. Αλλά εσύ, εσύ που θεωρείς ότι ο δίσκος είναι διαμάντι, μπορείς να μου βρεις ισάξιό του κομμάτι. Ακόμα και το “Vredesbyrd”, που είναι μία ακόμα ασούμε καλή στιγμή, μπορείς να το φανταστείς στο “Enthrone Darkness Triumphant” ή στο “Puritanical Euphoric Misanthropia”;
Θυμάμαι σε κουβέντες να μου λένε ότι είναι αξιοπρεπές album. Αξιοπρεπές για ποιον όμως; Ναι, για μία μπάντα από το Αιγάλεω που ντεμπουτάρει με αυτό, δεν είναι απλά αξιοπρεπές, είναι αριστούργημα. Όμως, για μία μπάντα που «θέλει» να λογίζεται μέσα στις καλύτερες του είδους, μπορεί να είναι αξιοπρεπής ένας δίσκος με εννιά filler κομμάτια; Το μεγαλύτερο κακό με το “Death Cult Armageddon” είναι ότι είχε συνέχεια, το “In Sorte Diaboli” που κατάφερε να είναι ακόμα χειρότερο. Και θα κλείσω με μία μεγάλη «κακία». Οι Dimmu Borgir πραγματικά σπουδαίο δίσκο έχουν να βγάλουν από το 2001 και θα έλεγα ότι πρέπει να τους ανησυχεί. Οι δάφνες του παρελθόντος δε διαρκούν για πάντα.
1. Allegiance
2. Progenies of the Great Apocalypse
3. Lepers Among Us
4. Vredesbyrd
5. For the World to Dictate Our Death
6. Blood Hunger Doctrine
7. Allehelgens død i Helveds rike
8. Cataclysm Children
9. Eradication Instincts Defined
10. Unorthodox Manifesto
11. Heavenly Perverse
Artist: Sober On Tuxedos
Album: Good Intentions
Label: Heaven Music
Release Date: 11/12/2020
Genre: Nu Metal, Metalcore
Artist: Dimmu Borgir
Album: Death Cult Armageddon
Label: Nuclear Blast Records
Release Date: 08/09/2003
Genre: Black Metal, Symphonic Black Metal
Producer: Fredrik Nordström
Dimmu Borgir: ICS Vortex (Μπάσο, φωνή), Mustis (Πλήκτρα), Nicholas Barker (Τύμπανα), Shagrath (Φωνή), Silenoz (Κιθάρα), Galder (Κιθάρα)
Dimmu Borgir: Dimmu Borgir (OW) | Deezer | Facebook | Flickr | Instagram | ReverbNation | SoundCloud | Spotify | Tidal | Twitter | YouTube