Σε μια απροσδιόριστη πόλη της βόρειας Ελλάδας, σε μια ταβέρνα, η Ευδοκία, μια νεαρή ιερόδουλη, ερωτεύεται τον “λοχία”. Έναν νέο άντρα από την επαρχία ο οποίος εκείνη την περίοδο υπηρετεί την στρατιωτική του θητεία ως λοχίας του πεζικού στο γειτονικό στρατόπεδο. Τα συναισθήματα των δύο νέων είναι δυνατά, κάτι που θα τους οδηγήσει στον γάμο.
Μετά από αυτό, ο Γιώργος έχει να αντιμετωπίσει την καθημερινή κατακραυγή από τους υπόλοιπους στρατιώτες λόγω της απόφασης που πήρε. Αλλά ακόμα χειρότερα, η Ευδοκία έχει να αντιμετωπίσει την καθημερινή πίεση από τον πρώην νταβατζή της και να επιστέψει στην παλιά της ζωή. Η συντηρητική Ελληνική κοινωνία λειτουργεί γενικά ως νταβατζής στο ερωτευμένο ζευγάρι. Τους επιβάλει να ξεχάσουν τα όνειρά τους και να αποδεχθεί ο καθένας την “θέση” του.
Η “Ευδοκία” του Αλέξη Δαμιανού θεωρείται δικαίως ως μια από τις σημαντικότερες ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου. Σίγουρα είναι μια από τις πιο δυνατές εγχώριες ταινίες που έχω δει και μία που δύσκολα θα ξεχάσω.
Η ταινία γυρίστηκε, όχι σε μια επαρχιώτικη πόλη της βόρειας Ελλάδας, αλλά στην Αθήνα και στις γύρω περιοχές της Αττικής. Την περίοδο που πραγματοποιούνταν τα γυρίσματα στην Ελλάδα κυβέρνηση ήταν η χούντα των συνταγματαρχών. Κάτι που έκανε το σενάριό της δύσκολα χρηματοδοτούμενο από το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου οπότε η ταινία είναι στην πραγματικότητα Αγγλική παραγωγή. Μάλιστα είναι γυρισμένη για αυτόν τον λόγο στα αγγλικά και κατόπιν ντουμπλαρισμένη στα Ελληνικά από του ίδιους τους ηθοποιούς. Εξαιρείται ο ρόλος της Ευδοκίας.
Δεν είσαι καθόλου σίγουρος για το αν η Ευδοκία είναι ασφαλής στα χέρια του αγοριού της
Η Μαρία Βασιλείου, η κοπέλα που έπαιξε τον ρόλο ήταν στην πραγματικότητα Κύπρια μεγαλωμένη στην Αγγλία και δεν ήξερε Ελληνικά. Οπότε το ντουμπλάζ της πραγματοποιήθηκε από την Ελένη Ρόδα. Για μένα, το ντουμπλάρισμα σε συνδυασμό με την πανέμορφη βρώμικη φωτογραφία της εποχής αφήνουν μια πολύ γοητευτική ’70s Ευρωπαϊκή αισθητική.
Και αυτή η αισθητική υπηρετεί απόλυτα την ιστορία της νεαρής Ευδοκίας που φαίνεται να είναι και το κυρίως μέλημα του Δαμιανού. Η ερμηνείες των δύο πρωταγωνιστών είναι ιδιαίτερα αληθινές και η χημεία μεταξύ τους ξεκάθαρη. Παρόλο που και οι δύο τους ήταν στην πραγματικότητα ερασιτέχνες. Η έντονη σχέση τους είναι συνέχεια στο επίκεντρο της δράσης.
Είναι δύο άνθρωποι με τους οποίους δύσκολα θα ταυτιστεί ο μέσος σύγχρονος Έλληνας, αλλά παρόλα αυτά αντιδρούν σε νοοτροπίες που όλοι μας λίγο πολύ έχουμε αντιμετωπίσει μεγαλώνοντας στην Ελλάδα. Θέλεις ως θεατής να δεις την Ευδοκία ευτυχισμένη, θέλεις να δεις το ζευγάρι μαζί, αλλά ξέρεις πως αντιδράει το περιβάλλον της χώρας μας, οπότε έχεις την αγωνία του τι μπορεί να προκύψει.
Η Ευδοκία θα προβληθεί την Παρασκευή 9 Ιουνίου στο πλαίσιο των προβολών του Midnight Express
Για μένα η πιο χαρακτηριστική σκηνή της ταινίας είναι η σκηνή της κούνιας. Βλέπεις ένα πραγματικά ευτυχισμένο ζευγάρι να παίζει σε ένα πανέμορφο ηλιοβασίλεμα. Αλλά ταυτόχρονα η κάμερα σου δείχνει διαρκώς το πόσο ασταθής είναι ο κόμπος, την Ευδοκία χαρούμενη και τον “λοχία” να σπρώχνει την κούνια. Και μπροστά γκρεμό. Χαίρεσαι με το πόσο χαρούμενοι είναι, αλλά η χαρά κρέμεται από ένα σκοινί και δεν είσαι καθόλου σίγουρος για το αν η Ευδοκία είναι ασφαλής στα χέρια του αγοριού της. Αλλά χαίρεσαι που τους βλέπεις.
Οι ερμηνείες των ηθοποιών είναι εξίσου δυνατές. Ο Χρήστος Ζορμπάς στο ρόλο του νταβατζή της Ευδοκίας δίνει έναν χαρακτήρα που μισείς, αλλά καταφέρνει το κάνει με έναν πραγματικά ανθρώπινο τρόπο. Παρόλο που είναι ξεκάθαρα κάθαρμα, η ειλικρίνεια με την οποία μιλάει για τα συναισθήματά του στην Ευδοκία θυμίζουν την ειλικρίνεια με την οποία την αντιμετωπίζει ο “λοχίας”, κάτι που κάνει την σχέση τους ακόμη πιο δυσοίωνη. Ανατριχιαστική είναι και η Κούλα Αγαγιώτου στον ρόλο της πόρνης/μητρικής φιγούρας της Ευδοκίας. Του μόνου ατόμου που βλέπουμε σε όλη την ταινία να είναι αλληλέγγυα στης δύσκολες στιγμές της.
Τέλος τη μουσική της ταινίας έχει υπογράψει ο Μάνος Λοΐζος. Από αυτή την ταινία έγινε πολύ γνωστό και το ομώνυμο ζεμπέκικο που έγραψε για αυτή. Πέρα από το εν λόγω κομμάτι πάντως, η μουσική του, σε συνδυασμό και με την υπέροχη φωτογραφία του Χρήστου Μάγκου δίνουν μια απόκοσμη ατμόσφαιρα σε μια ξεκάθαρα ρεαλιστική ιστορία.