Iron Maiden: Piece of Mind | Ο Ίκαρος, ο Τennyson και η λοβοτομή
Πριν κυκλοφορήσει το “Piece of Mind” των Iron Maiden τον Μάιο του 1983, το συγκρότημα είχε ήδη κατακτήσει τα βρετανικά charts, αλλάξει τραγουδιστή και βρεθεί στο στόχαστρο ηθικής κριτικής στις Ηνωμένες Πολιτείες. Το “Piece of Mind” συνέχισε από εκεί που σταμάτησε το “The Number of the Beast”, με πιο ώριμη ταυτότητα και ξεκάθαρες αξίες. Αυτή η μετάβαση στηρίχτηκε σε νέες ιδέες, αλλαγές στα μέλη και στόχο το παγκόσμιο κοινό.
Η αρχή μιας «άλλης» μπάντας
Η αλλαγή ξεκίνησε από τα τύμπανα. Ο Clive Burr, ο πρώτος ντράμερ των Iron Maiden, αποχώρησε και στη θέση του ήρθε ο Nicko McBrain, που έπαιζε στους Trust. Οι λόγοι πίσω από την αποχώρηση του Burr διαφέρουν — άλλοι λένε για κούραση, άλλοι για προσωπικά ζητήματα ή δυσκολία με τις περιοδείες. Όπως και να ’χει, η μπάντα έπρεπε να προχωρήσει. Ο McBrain μπήκε με φόρα και κούμπωσε κατευθείαν. Το παίξιμό του έκανε τα κομμάτια πιο δεμένα και πιο σφιχτά. Η αλλαγή αυτή δεν πέρασε στα ψιλά. Ήταν καθοριστική για το πώς θα ακούγονταν οι Iron Maiden από ’κει και πέρα.
Η άφιξη του McBrain συνέπεσε με την πρώτη σοβαρή προσπάθεια της μπάντας να κάνει πλήρη προπαραγωγή. Αντί για αποσπασματικές πρόβες, νοίκιασαν ένα ξενοδοχείο στο νησί Jersey των Καναλίων, στις αρχές του 1983. Το μπαρ έμενε ανοιχτό όλο το 24ωρο και το εστιατόριο μετατράπηκε σε αυτοσχέδιο χώρο πρόβας. Η ατμόσφαιρα θύμιζε μίξη χάους και αυθόρμητης δημιουργίας. Σύμφωνα με μαρτυρίες των μελών, τα πρώτα σχήματα κομματιών όπως τα “Revelations” και “Still Life” γεννήθηκαν εκεί.

Επηρεάστηκαν τόσο από λογοτεχνικές κουβέντες όσο και από μεθυσμένους αυτοσχεδιασμούς. Το περιβάλλον συνδύαζε πειθαρχία και απόλυτη ελευθερία. O Bruce Dickinson το θυμόταν ως «24 τύποι και ένα μπαρ ανοιχτό 24 ώρες». Κι όμως, μέσα σε αυτή την κατάσταση, οι πρόβες απέδωσαν. Οι συνθέσεις προχώρησαν συγκεντρωμένα και με ρυθμό. Για πρώτη φορά, ο Dickinson έγραψε κομμάτια μαζί με τους υπόλοιπους, φέρνοντας μια ματιά πιο λογοτεχνική και ιστορική. Από εκεί άρχισε να αλλάζει και η στιχουργική ταυτότητα των Iron Maiden.
Οι Μπαχάμες και η νέα ηχητική ταυτότητα
Αυτή η ταυτότητα διαμορφώθηκε πλήρως στις Μπαχάμες. Η ηχογράφηση στα Compass Point Studios, μακριά από τη γνώριμη ατμόσφαιρα του Λονδίνου, πρόσφερε περισσότερα από καύσωνες και τροπικούς περισπασμούς. Σήμανε την αρχή μιας μακράς σχέσης με έναν χώρο φτιαγμένο για μεγάλες ιδέες και ακόμα πιο δυνατό ήχο. Τα Compass Point Studios συνδύαζαν χαλαρότητα και υψηλή τεχνολογία, με εξοπλισμό τελευταίας γενιάς και φήμη για φυσική, ζωντανή ακουστική.
Η τροπική απομόνωση βοήθησε το συγκρότημα να συγκεντρωθεί και λειτούργησε ως αντίστιξη στα σκοτεινά θέματα που ανέπτυσσαν μουσικά. Ο παραγωγός Martin Birch αξιοποίησε στο έπακρο την ακουστική του στούντιο. Έδωσε μεγαλύτερη ευκρίνεια στις διπλές κιθάρες και ανέδειξε το επιθετικό drumming του Nicko McBrain με τρόπο που τα προηγούμενα στούντιο δεν επέτρεπαν. Ο Birch, που είχε ήδη δείξει τι μπορεί να κάνει στα “Killers” και “The Number of the Beast”, προσέγγισε το “Piece of Mind” με ακρίβεια και καθαρότητα. Κατάφερε να δώσει στο άλμπουμ έναν ήχο που μπορούσε να σταθεί διεθνώς, χωρίς να χαθεί η ακατέργαστη δύναμη της μπάντας.
Από τους δρόμους στη μυθολογία
Αξίζει να σημειωθεί πως το “Piece of Mind” ήταν η αρχή των Iron Maiden να αφήσουν πίσω του τις σύγχρονες, αστικές αφηγήσεις και στράφηκαν σε μια πιο λογοτεχνική και φανταστική αισθητική. Πολλοί αγκάλιασαν το νέο βάθος και την κινηματογραφική αίσθηση των κομματιών. Άλλοι, όμως, στεναχωρήθηκαν με την απομάκρυνση από τα πιο σκληρά, καθημερινά θέματα των προηγούμενων άλμπουμ. Παρ’ όλα αυτά, η νέα κατεύθυνση βοήθησε τη μπάντα να αποκτήσει μεγαλύτερη απήχηση, προσελκύοντας κοινό από διαφορετικές χώρες.
Πολλοί γοητεύτηκαν από τις ιστορικές και μυθολογικές αφηγήσεις των στίχων. Η στροφή αυτή δεν ήταν επιφανειακή. Η μπάντα άφησε πίσω της τις ιστορίες για εγκλήματα και κοινωνική αποξένωση και καταπιάστηκε με θεματικές όπως ο πόλεμος, η μυθολογία και η επιστημονική φαντασία. Το “The Trooper“, ίσως το πιο αναγνωρίσιμο single τους, βασίστηκε άμεσα στον Κριμαϊκό Πόλεμο και το ποίημα “The Charge of the Light Brigade” του Alfred Tennyson. Την ίδια ώρα, το “Flight of Icarus“, γραμμένο με ξεκάθαρο στόχο το ραδιόφωνο, άντλησε από την ελληνική μυθολογία για να μιλήσει για την εξέγερση. Ακόμη και το “Still Life”, κομμάτι που βρέθηκε στο επίκεντρο μιας από τις πιο παράξενες διαμάχες στην ιστορία της μπάντας, βασίστηκε σε άγνωστο λογοτεχνικό τρόμο.
Η στροφή προς τη λογοτεχνία δεν εμφανίστηκε ξαφνικά, όμως στο “Piece of Mind” έγινε ο βασικός άξονας. Από τον κώδικα των σαμουράι μέχρι την επιστημονική φαντασία, σχεδόν κάθε κομμάτι βασίστηκε σε εξωτερικές πηγές — σε ιδέες που είχαν μελετηθεί ή ξαναπιάστηκαν με νέα ματιά. Δεν είναι τυχαίο πως εκείνη την περίοδο ξεκίνησε και η πιο κινηματογραφική προσέγγιση των Maiden στη σύνθεση. Τα τραγούδια τους πλέον έμοιαζαν περισσότερο με soundtrack για φανταστικούς κόσμους, ιστορικές συγκρούσεις και τραγικές μυθολογικές μορφές.
Ωστόσο, η θεματική ωριμότητα του άλμπουμ δεν σήμαινε πως η μπάντα είχε ξαφνικά ηρεμήσει. Αντίθετα, το “Piece of Mind” λειτουργούσε σαν ανοιχτή πρόκληση προς τους επικριτές της, κυρίως στις Η.Π.Α., όπου πολλοί αντιμετώπιζαν το heavy metal με καχυποψία λόγω των υποτιθέμενων «σατανικών» του αναφορών. Σε μια κίνηση γεμάτη ειρωνεία, οι Iron Maiden έκρυψαν ένα ανάποδο μήνυμα στο “Still Life”, με τον Nicko McBrain να μιμείται έναν δικτάτορα. Η επιλογή αυτή ήταν μια στοχευμένη αντίδραση στον πανικό που καλλιεργούσαν τα μέσα ενημέρωσης εκείνης της εποχής. Και το αποτέλεσμα τους δικαίωσε. Οι Iron Maiden μετέτρεψαν αυτόν τον πανικό σε εργαλείο προώθησης.
Πετώντας με τον Ίκαρο μέχρι το Billboard
Ως προς την προώθηση, το “Piece of Mind” έπαιξε καθοριστικό ρόλο στο να εδραιωθούν οι Iron Maiden στις Η.Π.Α. Τα μέσα στάθηκαν στην κίνηση με το “Flight of Icarus”, που άρχισε να παίζεται συστηματικά στους ραδιοφωνικούς σταθμούς. Έτσι, το συγκρότημα έφτασε και σε ακροατές που δεν είχαν επαφή με τους προηγούμενους δίσκους. Κάποιοι κριτικοί ξεχώρισαν τη μελωδική του καθαρότητα, ενώ πιο συντηρητικοί σχολιαστές στάθηκαν στη θεματολογία του.
Το “Flight of Icarus” επιλέχθηκε με στόχο να λειτουργήσει ως εισιτήριο για το αμερικανικό ραδιόφωνο. Το μεσαίο του τέμπο και η άμεση μελωδία εξυπηρετούσαν ακριβώς αυτόν τον σκοπό. Και τελικά, το πέτυχε. Ανέβηκε στα charts του Billboard και έδωσε στους Maiden σημαντική ώθηση στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Η απόφαση αυτή δεν βρήκε όλους σύμφωνους. Ο Steve Harris δεν ήταν ενθουσιασμένος με τον ρυθμό, αλλά ο Bruce Dickinson επέμεινε — και δικαιώθηκε.

Την ίδια στιγμή, το “The Trooper” τους εδραίωσε στις καρδιές των οπαδών τους. Οι μπασογραμμές, οι διπλές κιθάρες και οι πολεμικές εικόνες έγιναν αμέσως αναγνωρίσιμα στοιχεία του ήχου τους. Το κομμάτι καθιερώθηκε γρήγορα ως σταθερή επιλογή στις ζωντανές εμφανίσεις των Maiden. Η επιτυχία του έδειξε πως η μπάντα μπορούσε να τραβήξει το ενδιαφέρον τόσο των ραδιοφωνικών παραγωγών όσο και των σκληροπυρηνικών οπαδών, χωρίς να χάσει την ταυτότητά της.
Στο οπτικό κομμάτι, το εξώφυλλο του άλμπουμ ολοκλήρωσε τη μεταμόρφωση του Eddie. Από κακοποιό των δρόμων, έγινε κάτι πολύ πιο συμβολικό. Σε σχέση με τον απειλητικό τύπο του ντεμπούτου ή τον «εκδικητή» του “Killers”, ο λοβοτομημένος Eddie του “Piece of Mind” έδειχνε βαθύτερα ψυχολογικά θέματα. Η αλλαγή αυτή ταίριαζε με τη νέα, πιο στοχαστική πλευρά του άλμπουμ. Ήταν μια μετατόπιση από τον ωμό ρεαλισμό προς κάτι πιο αφαιρετικό. Από τρελός των δρόμων, έγινε ένα αίνιγμα σε μόνιμη παρακολούθηση. Ξυρισμένος, λοβοτομημένος και δεμένος σε ένα κελί, ο Eddie πλέον ενσάρκωνε το ψυχολογικό και συμβολικό βάθος του “Piece of Mind”. Ο προσωρινός τίτλος, “Food for Thought”, τελικά απορρίφθηκε. Η εικόνα όμως παρέμεινε. Ο τελικός τίτλος του άλμπουμ, εμπνευσμένος από τους στίχους του “Still Life”, ήταν ένα λογοπαίγνιο που ταίριαζε με τη νέα πιο πνευματική κατεύθυνση της μπάντας.
Παρά τις ανάμεικτες αντιδράσεις της εποχής, κυρίως από οπαδούς που νοσταλγούσαν την ακατέργαστη ενέργεια των χρόνων με τον Paul Di’Anno, η εμπορική και κριτική ανταπόκριση ήταν εξαιρετικά θετική. Το άλμπουμ έφτασε στο νούμερο 3 στο Ηνωμένο Βασίλειο και ανέβηκε στο νούμερο 14 του Billboard 200 στις Η.Π.Α. Εκείνη την περίοδο, ήταν η υψηλότερη θέση που είχαν κατακτήσει οι Iron Maiden στα αμερικανικά charts. Το “Piece of Mind” έγινε χρυσό σε σύντομο χρονικό διάστημα και πλατινένιο το 1986.
Η περιοδεία που ακολούθησε, η “World Piece Tour”, ήταν ένα τεράστιο οργανωτικό στοίχημα. Με πάνω από 130 εμφανίσεις σε ολόκληρο τον κόσμο, αποτέλεσε την πρώτη πλήρη περιοδεία των Iron Maiden ως headliners σε αρένες της Βόρειας Αμερικής. Από το Hull City Hall μέχρι το μεγάλο Rock Pop Festival στο Ντόρτμουντ, η μπάντα έδειξε ότι η φήμη της στις ζωντανές εμφανίσεις όχι μόνο κρατούσε, αλλά μεγάλωνε με ραγδαίο ρυθμό.
Το άλμπουμ που τους έκανε ηγέτες
Το “Piece of Mind” σηματοδοτεί μια καμπή που δεν ήρθε από τύχη. Από εκεί και μετά, οι Iron Maiden σταμάτησαν να ακολουθούν τις εξελίξεις γύρω τους και άρχισαν να χαράζουν οι ίδιοι την πορεία τους. Η σύνθεση της μπάντας σταθεροποιήθηκε, το καλλιτεχνικό όραμα ξεκαθάρισε και η παρουσία τους άρχισε να μεγαλώνει, τόσο δημιουργικά όσο και γεωγραφικά. Τα επόμενα χρόνια, συνέχισαν να καταπιάνονται με ακόμα πιο φιλόδοξες θεματικές. Όμως το “Piece of Mind” τους έδωσε τη δομή, την αυτοπεποίθηση και το εύρος για να το τολμήσουν.
Το “Piece of Mind” δεν αντιμετωπίστηκε ως απλή συνέχεια του “The Number of the Beast”. Αντίθετα, λειτούργησε σαν σημείο αναφοράς για τη μετέπειτα πορεία των Iron Maiden. Ήταν ο ήχος μιας μπάντας που είχε βρει τον ρόλο της και μπορούσε πια να ορίζει τους κανόνες του παιχνιδιού.