Όταν το “Underworld” κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 2003, συνοδεύτηκε από πολύ μεγάλες προσδοκίες. Ένα υβρίδιο δράσης και τρόμου, συνδύαζε τη gothic γοητεία των βρικολάκων με την αγριότητα των λυκανθρώπων. Αλλά σε μια στυλάτη μάχη για κυριαρχία. Αν και έχει κερδίσει τη θέση του στην pop κουλτούρα, η τότε υποδοχή του από τους κριτικούς ήταν μάλλον χλιαρή. Σήμερα, πάνω από δύο δεκαετίες αργότερα, αξίζει να το επανεξετάσουμε. Τώρα πια, εξερευνώντας την οπτική του επίδραση, τους χαρακτήρες και το ρόλο του στη διαμόρφωση ενός franchise.
Στον πυρήνα του “Underworld” βρίσκεται ένας αρχαίος πόλεμος μεταξύ βρικολάκων και Lycans. Αυτή η βεντέτα, παγιωμένη στους αιώνες, αποτελεί τη βάση για μια ιστορία που είναι εξίσου περίπλοκη όσο και συναρπαστική. Μας συστήνεται η Selene (Kate Beckinsale), μια δολοφόνος βαμπίρ, που έχει ως μοναδικό σκοπό να εξαλείψει τους Lycans. Η ανατροπή έρχεται, όταν η Selene σώζει τον Michael Corvin (Scott Speedman), αυτόν που βρίσκεται στη μέση της υπερφυσικής σύγκρουσης. Ο Michael, όπως αποδεικνύεται, δεν είναι ένας συνηθισμένος άνθρωπος, αλλά απόγονος μιας οικογένειας με αίμα βαμπίρ και Lycan. Αυτό τον καθιστά πολύτιμο στον εν εξελίξει πόλεμο και οι δύο πλευρές είναι αποφασισμένες να τον χρησιμοποιήσουν ή να τον καταστρέψουν.
Ό,τι κι αν προσφέρει το “Underworld” από άποψη πλοκής, περνάει σε δεύτερη μοίρα μπροστά στο οπτικό θέαμα. Η ταινία επηρεάστηκε έντονα από την αισθητική του “The Matrix”, από τις στυλιζαρισμένες σκηνές δράσης μέχρι τις δερμάτινες στολές. Η πλοκή, αν και φιλόδοξη, επιβαρύνεται από αφηγηματικά στοιχεία, που μοιάζουν περισσότερο παράγωγα παρά πρωτότυπα. Πολλοί, όταν κυκλοφόρησε η ταινία, έσπευσαν να επισημάνουν τις ομοιότητες με άλλα έργα, όπως τα “Blade” και “The Crow”. Παράλληλα, ο διακανονισμός με το “Vampire: The Masquerade” έχει παραμείνει διαβόητος. Ωστόσο, παρά τα εμφανή δανεισμένα στοιχεία, το “Underworld” κατάφερε να βρει τη δική του θέση στο vampire lore.
Oι σκηνές δράσης, όμως, είναι εκεί όπου το “Underworld” πραγματικά λάμπει
Μια από τις πιο χαρακτηριστικές πτυχές του “Underworld” είναι ο εντυπωσιακός οπτικός σχεδιασμός. Η ταινία, είναι φωτογραφημένη από τον Tony Pierce-Roberts. Γνωστός για τη δουλειά του σε φιλμ, όπως το “Howards End”, αντιπαραβάλλει τη γοτθική κομψότητα των βρικολάκων με την αγριότητα των Lycans. Η χρωματική παλέτα της ταινίας είναι ποτισμένη με μπλε και γκρι χρώματα. Έτσι, δημιουργεί μια ψυχρή αίσθηση που ταιριάζει τέλεια με τη σκοτεινή ατμόσφαιρα της ταινίας.
H έπαυλη, όπου κατοικούν οι βρικόλακες, είναι ένα αριστούργημα σχεδιασμού, θυμίζοντας βικτοριανή λέσχη με την επιβλητική αρχιτεκτονική της. Κάθε γωνιά φαίνεται προσεκτικά κατασκευασμένη. Έχει δοθεί μεγάλη έμφαση στη δημιουργία ενός σκηνικού, που φαίνεται ταυτόχρονα αρχαίο και φουτουριστικό. Αντίθετα, τα κρησφύγετα των Lycans είναι ζοφερά και βιομηχανικά, αποτυπώνοντας την απόκληρη θέση τους. Αυτές οι οπτικές διακρίσεις είναι ζωτικής σημασίας για τον καθορισμό του τόνου και της διάθεσης της ταινίας.
Oι σκηνές δράσης, όμως, είναι εκεί όπου το “Underworld” πραγματικά λάμπει. Ο σκηνοθέτης, Len Wiseman, στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό σε χορογραφημένες μάχες με όπλα και πολεμικές τέχνες. Προσθέτοντας, έτσι, ένα στρώμα δυναμισμού σε αυτό που θα μπορούσε να είναι μια τυπική ιστορία βρικόλακα εναντίον λυκανθρώπου. Οι οπλομαχίες σε αργή κίνηση, που θυμίζουν το “The Matrix”, αποτελούν αναμφισβήτητα ένα από τα βασικά σημεία της ταινίας. Αν και κάποιοι χαρακτήρισαν αυτές τις σκηνές επαναλαμβανόμενες, έχουν γίνει πλέον εμβληματικές, συμβάλλοντας στη διαχρονικότητα της ταινίας.
Η ερμηνεία της Kate Beckinsale ως Selene είναι ακόμα ένα από τα κορυφαία σημεία της ταινίας. Ντυμένη με τη χαρακτηριστική μαύρη δερμάτινη στολή, η Beckinsale αποδίδει μια ερμηνεία, ταυτόχρονα στωική και γεμάτη αποφασιστικότητα. Ως χαρακτήρας, η Selene αποτελεί ένα μείγμα παραδοσιακού ήρωα δράσης με μια πινελιά ευαισθησίας, κάνοντάς την κάτι παραπάνω από μια απλή δολοφόνο. Παρά τους δύσκαμπτους διαλόγους, η Beckinsale δίνει μια αίσθηση βαρύτητας στο ρόλο, καθιστώντας την ηρωΐδα μια αξιομνημόνευτη φιγούρα στο χώρο του τρόμου/δράσης.
Παρά την εμπορική του επιτυχία, το “Underworld” δεν έτυχε θετικών κριτικών κατά την κυκλοφορία του
Ο Scott Speedman, από την άλλη πλευρά, είναι κάπως υποχρησιμοποιημένος ως Michael Corvin. Η μεταμόρφωση του χαρακτήρα του σε ισχυρό υβρίδιο είναι κεντρική για την πλοκή. Αλλά ο Speedman μένει συχνά στο παρασκήνιο, επισκιασμένος από την επιβλητική παρουσία της Beckinsale. Ο ρόλος του ως ανυποψίαστος άνθρωπος που παρασύρεται σε έναν κόσμο τεράτων είναι κλασικός, αλλά το “Underworld” δεν καταφέρνει να εμβαθύνει περισσότερο στην προοπτική του. Μάλιστα τον αφήνει περισσότερο ως ένα σημείο πλοκής παρά ως πλήρως ανεπτυγμένο χαρακτήρα.
Ο Michael Sheen, ως Lucian, είναι ίσως η πιο εντυπωσιακή ερμηνεία της ταινίας. Γνωστός για τους δραματικούς του ρόλους, ο Sheen προσδίδει στον Lucian μια ένταση που αναβαθμίζει το χαρακτήρα πέρα από τον τυπικό κακό. Η ερμηνεία του υποδηλώνει μια πιο τραγική ιστορία, η οποία εξερευνήθηκε στο prequel “Underworld: Rise of the Lycans”. Ο Bill Nighy αξίζει μνεία, επίσης, για την απεικόνιση του Viktor. Η ερμηνεία του Nighy είναι απολαυστικά υπερβολική, προσθέτοντας μια θεατρικότητα στο ρόλο.
Παρά την εμπορική του επιτυχία, το “Underworld” δεν έτυχε θετικών κριτικών κατά την κυκλοφορία του. Η ταινία επικρίθηκε για τη δαιδαλώδη πλοκή, τους ξύλινους διαλόγους και την υπερβολική εξάρτηση του στυλ από την ουσία. Ένας κριτικός σημείωσε ότι η ταινία «πετυχαίνει μόνο θόρυβο, επιθετική σύγχυση και ένα από τα πιο ανόητα κοψίματα κεφαλιών στην ιστορία του κινηματογράφου». Άλλοι κριτικοί έστρεψαν την προσοχή τους στο σενάριο της ταινίας. Σύμφωνα με αρκετούς, στηρίχθηκε υπερβολικά σε κλισέ.
Ωστόσο, οι αδυναμίες του “Underworld” δεν εμπόδισαν την ταινία να αποκτήσει φανατικούς θαυμαστές. Η ικανότητά της να συνδυάσει τον gothic τρόμο με σύγχρονα στοιχεία δράσης και το οπτικό της στυλ, βρήκαν ανταπόκριση σε ένα ευρύ κοινό. Μάλιστα, η επιτυχία του “Underworld” οδήγησε σε τέσσερις συνέχειες και ένα prequel, εδραιώνοντάς το ως βασικό franchise στο είδος δράσης/τρόμου.
Tα πρακτικά εφέ στο αρχικό “Underworld” παραμένουν ένα από τα χαρακτηριστικά που ξεχωρίζουν
Ό,τι μπορεί να λείπει από το “Underworld” σε αφηγηματικό βάθος, το αναπληρώνει με το θέαμα. Η αφοσίωση της ταινίας στα πρακτικά εφέ, ιδιαίτερα στην απεικόνιση των Lycans, προσθέτει ένα επίπεδο απτότητας. Από αυτό, που συχνά δεν είχαν οι ταινίες της εποχής που ήταν γεμάτες CGI. Οι λυκάνθρωποι στο “Underworld” μοιάζουν αληθινοί, χάρη στη χρήση animatronics και προσεκτικά σχεδιασμένων κοστουμιών. Παρότι οι μεταγενέστερες ταινίες της σειράς βασίστηκαν περισσότερο στο CGI, τα πρακτικά εφέ στο αρχικό “Underworld” παραμένουν ένα από τα χαρακτηριστικά που ξεχωρίζουν.
Επανεξετάζοντας το “Underworld” σήμερα, είναι σαφές ότι η επιρροή της ταινίας στο είδος της δεν μπορεί να υποτιμηθεί. Ο συνδυασμός στυλιζαρισμένης δράσης, gothic αισθητικής και υπερφυσικής αφήγησης έθεσε τις βάσεις για μελλοντικές σειρές, όπως το “Twilight” και το “The Vampire Diaries”. Από πολλές απόψεις, το “Underworld” είναι προϊόν της εποχής του. Mια ταινία που αξιοποίησε την εμμονή της δεκαετίας του 2000 με τους σκοτεινούς, μελαγχολικούς αντιήρωες και τις εντυπωσιακές σκηνές δράσης. Μπορεί να μην ήταν πρωτοποριακή στην αφήγησή της, αλλά κατάφερε να δημιουργήσει έναν κόσμο, που το κοινό ήθελε να επισκεφτεί ξανά και ξανά.
Τελικά, το “Underworld” μπορεί να μην θεωρηθεί ποτέ αριστούργημα, αλλά έχει κερδίσει τη θέση του ως ένα αγαπημένο κλασικό cult. Για τους οπαδούς του είδους, παραμένει μια ταινία που, παρά τα ελαττώματά της, συνεχίζει να προσφέρει μια συναρπαστική και οπτικά εντυπωσιακή εμπειρία. Είτε σας ελκύει η μυθολογία βαμπίρ εναντίον λυκανθρώπων, είτε οι εντυπωσιακές σκηνές δράσης, το “Underworld” παραμένει μια ταινία που άντεξε στον χρόνο.
Artist: Sober On Tuxedos
Album: Good Intentions
Label: Heaven Music
Release Date: 11/12/2020
Genre: Nu Metal, Metalcore
Movie: Underworld