Τι γίνεται όταν οι χειρότεροι φόβοι της ανθρωπότητας επιβεβαιώνονται; Όταν η καταστροφή του κόσμου μεταβαίνει από αόριστη θεωρία συνωμοσίας σε άμεσα ορατή πραγματικότητα; Τα εν λόγω ερωτήματα επιχειρεί να διερευνήσει το νέο αποκαλυπτικό θρίλερ “Leave the World Behind”.
Το φιλμ αναπαριστά την κατάρρευση του ανθρώπινου πολιτισμού στις σύγχρονες συνθήκες αποσάθρωσης των δυτικών καπιταλιστικών κοινωνιών. Εκεί όπου το οριστικό τέλος ίσως μοιάζει περισσότερο με θελκτική διέξοδο από τη μίζερη, επαναλαμβανόμενη καθημερινότητα. Σε σκηνοθεσία του Sam Esmai, η ταινία, που βασίστηκε σε σεναριακή διασκευή του ομώνυμου μυθιστορήματος από τον Rumaan Alam, συνιστά ενδιαφέρουσα σκιαγράφηση του ατόμου στον 21ο αιώνα. Συγκεκριμένα, της νοοτροπίας του απέναντι στη ζωή και τη ζωτικότητα, την ύπαρξη και την προσωπική υπέρβαση.
Αρχικά, η ταινία εκκινεί ακολουθώντας τους πρωταγωνιστές Amanda και Clay Sandford, (τους οποίους υποδύονται η Julia Roberts και Ethan Hawke αντιστοίχως) που, εξαντλημένοι από τη φρενίτιδα της μεγαλούπολης, αποφασίζουν να αποσυρθούν προσωρινά με τα έφηβα παιδιά τους Rose και Archie (Farrah Mackenzie και Charlie Evans) σε ένα παραλιακό προάστιο της Νέα Υόρκης.
Καθώς, όμως, απολαμβάνουν το πολυτελέστατο σπίτι που ενοικιάζουν στην περιοχή, η διαμονή τους διακόπτεται από τον G.H. Scott (Mahershala Ali). Tον ιδιοκτήτη της κατοικίας, ο οποίος, έμμεσα και διακριτικά, εισβάλλει στο σημείο με την κόρη του Ruth (Myha‘la) για να ξεφύγουν από το μυστηριώδες χάος που λαμβάνει χώρα στην πόλη.
Ένα γενικό μπλακάουτ αποκλείει την πρόσβαση σε ρεύμα και, αναπόφευκτα, στο διαδίκτυο. Τα φώτα της πόλης σβήνουν απότομα και, εκατομμύρια Νεοϋορκέζοι εθισμένοι στις τεχνολογικές παροχές, απορροφώνται υλικά και ψυχικά από το σκότος. Υπό τον κλοιό της ευρύτερης αναστάτωσης, λοιπόν, οι δύο οικογένειες αναγκάζονται να συνυπάρξουν. Να επιβιώσουν κάτω από την ίδια στέγη, ενώ συμβαίνουν όλο και πιο παράξενα, αλγεινά γεγονότα. Αεροπορικά δυστυχήματα, προσαράξεις πλοίων τάνκερ στη στεριά, αλλά και η ανάδυση ενός άκρως δυσάρεστου, βασανιστικά μονότονου θορύβου.
Γενικώς, το “Leave the World Behind” εκδηλώνει εξ αρχής τις προθέσεις του να ασκήσει κριτική στον μεσοαστικό πεσιμισμό, την πικρία και την παρατηρούμενη, κατά τα τελευταία χρόνια, αντικοινωνική αναδίπλωση. Το ζεύγος των πρωταγωνιστών δε φαίνεται κουρασμένο μόνο από τους εξαντλητικούς ρυθμούς ζωής, αλλά και από τους ίδιους τους ανθρώπους.
Ως φερέφωνο του μέσου αλλοτριωμένου πολίτη, που προκρίνει τη διαδικτυακή πλοήγηση έναντι της κοινωνικής συναναστροφής, η Julia Roberts άρει το αόρατο τείχος μεταξύ φιλμ- θεατή, δηλώνοντας θαρρετά και απερίφραστα ότι μισεί τους ανθρώπους.
Ο ισχυρισμός αυτός προοικονομεί τη μεταγενέστερη απομόνωση της και λειτουργεί ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Ακριβώς, μάλιστα, αυτός ο έντονος αντι-ουμανισμός είναι που καθορίζει τις συναισθηματικές αντιδράσεις της στο μετέπειτα της ταινίας. Συγκρατημένη σε βαθμό ολιγωρίας, η ανησυχία της προκύπτει περισσότερο από τον τεχνολογικό αποκλεισμό και λιγότερο από τον φόβο του θανάτου.
Άλλωστε, οι τάσεις φυγής που εκδηλώνει η οικογένεια Sanford αποδεικνύουν περίτρανα ότι είναι έτοιμοι να αποχωριστούν τον κόσμο. Άρα, το ενδεχόμενο τέλος αυτού συνιστά, μάλλον, νομοτελειακή εξέλιξη του σημερινού παρακμιακού κοινωνικού τοπίου.
Ο ατομοκεντρισμός, η ανελέητη κερδοσκοπία και τα υλιστικής φύσης προτάγματα (χλιδή, εντυπωσιακά σπίτια και υπερ-σύγχρονα gadgets) έχουν αποξενώσει τόσο τον άνθρωπο από την ίδια την ουσία του, ώστε να την αποστρέφεται.
Παρά την εν λόγω ζοφερή ατμόσφαιρα, βέβαια, το φιλμ συνδυάζει και στοιχεία χιούμορ με το ψυχολογικό θρίλερ. Υφαίνει προσεκτικά και κατά βαθμιαίο τρόπο τον σεναριακό ιστό, προκειμένου να παρέχονται εμμέσως επαρκή στοιχεία που αναδεικνύουν τις προσωπικότητες των κεντρικών ηρώων. Επίσης, τα απρόοπτα γεγονότα που προκύπτουν εισάγουν ομαλά το ζήτημα της κυβερνο-ασφάλειας και διαπλάθουν κλιμακωτά το γενικευμένο κλίμα αβεβαιότητας που διέπει εξ ολοκλήρου το έργο
Παράλληλα, ο θεατής αντιλαμβάνεται την παράθεση έντονου πολιτικού σχολιασμού. Σχετιζόμενου με τις σύγχρονες, διαρκώς αυξανόμενες απειλές της τρομοκρατίας, της άρσης της ιντερνετικής ασφάλειας και της καταστρατήγησης των προσωπικών δεδομένων.
Στο πλαίσιο αυτό, η αποκάλυψη, στο τέλος της ταινίας, περί κυβερνο-τρομοκρατιας και αντικαθεστωτικών πραξικοπημάτων ως αιτίων της γενικής κατάρρευσης που βιώνουν οι ήρωες εγείρει έντονο προβληματισμό. Συγκεκριμένα, ως προς τις σύγχρονες μεθόδους ανατροπής κυβερνήσεων και εκδήλωσης της ταξικής πάλης, ενώ παράλληλα δημιουργεί το ερώτημα αν αυτή η δυστοπία ενέχει τη δυνατότητα να μετατραπεί, κάποια στιγμή, σε πραγματικότητα.
Ύστερα, ιδιαίτερη σκέψη προξενεί το αινιγματικό τέλος του “Leave the world behind”. Εκεί, υπονοείται έντονα ότι εκείνο που τελικά θα επιβιώσει από την αποκάλυψη δε θα είναι η ανθρωπιά. Ούτε οι κοινωνικές σχέσεις, ούτε ακόμη ο πολιτισμός, αλλά τα υλικά αντικείμενα, και, συγκεκριμένα, τα DVD! Δεδομένου, μάλιστα, ότι το φιλμ αποτελεί παραγωγή μιας αμιγώς διαδικτυακής πλατφόρμας, του Netflix, συνειδητοποιεί κανείς την κωμικότητα, αλλά και την ειρωνεία που ενυπάρχουν στην παραπάνω συμβολική αποτύπωση.
Αξιομνημόνευτη, περαιτέρω, θα μπορούσε να θεωρήσει κανείς την κατάτμηση του φιλμ σε θεματικά κεφάλαια (που εξάλλου παραπέμπει στην άντληση της έμπνευσης για τη δημιουργία της από βιβλίο), τη χρήση – σε ορισμένα σημεία – κλασικής μουσικής, καθώς και τον τρόπο εστίασης του φακού. Όλα τα παραπάνω, συνδυαστικά, δίνουν την αίσθηση vintage ταινίας τρόμου. Η οποία επικαιροποιείται χάρη στις σύγχρονες προβληματικές που παρατίθενται, μέσω της ανάδειξης των κινδύνων των νέων τεχνολογιών. Πρόκειται, επομένως, για αρμονικό συνδυασμό παλιού και νέου, που, αναμφίβολα, παράγει ενδιαφέροντα αποτελέσματα.
Από την άλλη πλευρά, περιορισμένη εμφανίζεται η σεναριακή δυνατότητα να αναδειχθούν πλήρως οι υποκριτικές ικανότητες των Hawke- Roberts. Εξαιτίας αυτού, οι αντιδράσεις τους δείχνουν αναμενόμενες και λίγο πολύ τετριμμένες βάσει των δεδομένων συνθηκών. Δίχως συναισθηματικές εξάρσεις ή εντυπωσιακούς διαλόγους, τους οποίους οι ηθοποιοί θα μπορούσαν να είχαν υλοποιήσει αριστοτεχνικά. Επιπλέον, μία ακόμη συγγραφική ανεπάρκεια έγκειται στο γεγονός ότι τα παρουσιαζόμενα περιστατικά στερούνται σαφούς αλληλουχίας και δε διαρθρώνονται με τρόπο συνεκτικό, ώστε να δίνουν στην πλοκή ολοκληρωμένο, ευδιάκριτο χαρακτήρα. Αποτέλεσμα είναι μία μάλλον άοσμη, άχρωμη και «άγευστη» σεναριακή αφήγηση.
Συνοψίζοντας, το “Leave the World Behind” οπωσδήποτε δεν κατατάσσεται ανάμεσα στις ταινίες της χρονιάς. Ούτε διακρίνεται για κάποιου είδους καλλιτεχνική πρωτοπορία ή εξαιρετική αισθητική ποιότητα. Στην καλύτερη περίπτωση, βρίσκεται εντός μίας ευρύτερης ζώνης μετριότητας, στην οποία εντάσσονται τα, από κινηματογραφικής άποψης, αδιάφορα έργα, που, μολονότι γίνονται πρόσκαιρα αντικείμενο συζήτησης και δημιουργούν εντυπώσεις, δεν κατορθώνουν σε καμία περίπτωση να αφήσουν το στίγμα τους στην πλούσια και συνεχώς εξελισσόμενη ροή της σινεφίλ ιστορίας. Ίσως, το πιο θετικό στοιχείο της ταινίας εντοπίζεται στις βαθιές κοινωνικο-πολιτικές ανησυχίες που διατυπώνει, δημιουργώντας προβληματισμό στον θεατή αναφορικά με την πραγματικότητα που ίδιος βιώνει στην εποχή της εικόνας, στην εποχή όπου εξαϋλώνονται οι φραγμοί μεταξύ οθόνης και υλικού κόσμου και ο άνθρωπος αμφιρρέπει μπερδεμένος ανάμεσα στα δύο.
Artist: Morrissey
Album: I Am Not a Dog on a Chain
Label: BMG
Release Date: 20/03/2020
Genre: Indie Rock
Movie: Leave The World Behind
Duration: 138′
Year: 2023
Genre: Drama, Mystery, Thriller
Director: Sam Esmail
Starring: Julia Roberts, Mahershala Ali, Ethan Hawke, Myha’la, Farrah Mackenzie, Charlie Evans, Kevin Bacon
Leave the World Behind
Tο “Leave the World Behind” δεν κατατάσσεται ανάμεσα στις ταινίες της χρονιάς, ούτε διακρίνεται για κάποιου είδους καλλιτεχνική πρωτοπορία, ωστόσο πετυχαίνει να δημιουργήσει προβληματισμό στον θεατή αναφορικά με την πραγματικότητα που ο ίδιος βιώνει στην εποχή της εικόνας.