Το “Angel Dust” των Faith No More κυκλοφόρησε τον Ιούνιο του 1992 και αγνόησε πλήρως τις νόρμες της τότε μουσικής βιομηχανίας. Ερχόμενο μετά το πετυχημένο “The Real Thing“, που έγινε πλατινένιο χάρη στο MTV και το “Epic“, οι FNM θα μπορούσαν να κινηθούν σε πιο ασφαλή μονοπάτια. Όμως, η μπάντα από το Σαν Φρανσίσκο διάλεξε μια εντελώς διαφορετική κατεύθυνση. Το “Angel Dust” δεν προσπαθεί να καλοπιάσει κανέναν. Ο ήχος του είναι σύνθετος, οι επιλογές του απρόβλεπτες και οι στίχοι του σκοτεινοί. Αν υπήρξε κάποιο πλάνο πίσω από τη δημιουργία του, βασίστηκε περισσότερο στην παρόρμηση και την αντίδραση, παρά σε συγκεκριμένη στρατηγική. Ήταν μια επιλογή που έδειχνε ξεκάθαρα την πρόθεσή τους να απομακρυνθούν από την ευκολία και να εξερευνήσουν κάτι πολύ πιο απαιτητικό.
Στη θεωρία, αυτός ο δίσκος θα μπορούσε να είναι η στιγμή της καθιέρωσής τους. Είχαν προϋπολογισμό από μεγάλη δισκογραφική, το MTV έδειχνε ακόμη ενδιαφέρον και το κοινό τους μεγάλωνε διεθνώς. Όμως, από την αρχή των ηχογραφήσεων στο Coast Recorders στο Σαν Φρανσίσκο, οι Faith No More έδειξαν ξεκάθαρα τις προθέσεις τους. Αν επρόκειτο να γίνουν γνωστοί, θα το έκαναν με δικούς τους όρους. Σε διαφορετική περίπτωση, δεν τους ενδιέφερε καθόλου.
Η στροφή του συγκροτήματος οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στον Mike Patton. Στο “The Real Thing”, είχε περιοριστεί στο να γράψει μόνο τους στίχους, πάνω σε ήδη έτοιμη μουσική. Στο “Angel Dust”, όμως, η παρουσία του ήταν καθοριστική. Συμμετείχε στη σύνθεση, έδινε κατεύθυνση στους στίχους και τραβούσε τη μπάντα προς πιο ακραίες και απρόβλεπτες διαδρομές. Κομμάτια όπως τα “Caffeine” και “Malpractice” το αποτυπώνουν με σαφήνεια. Δεν ακολουθούν καμία σταθερή φόρμα, μοιάζουν με σκηνές έντασης, όπου κάθε όργανο παλεύει για να ακουστεί περισσότερο από το άλλο.

Η ένταση, όμως, δεν περιοριζόταν μόνο στη δημιουργική κατεύθυνση. Ο κιθαρίστας Jim Martin, το μέλος με τις πιο έντονες metal αναφορές, απομακρυνόταν σταδιακά από τη διαδικασία. Η δυσαρέσκειά του δεν κρυβόταν. Η συμβολή του ήταν μικρή και η παρουσία του όλο και πιο αποσπασματική. Κάποια στιγμή, φέρεται να χαρακτήρισε το νέο υλικό «γκέι ντίσκο» — μια ατάκα που αποτυπώνει τη διάθεσή του την περίοδο των ηχογραφήσεων, και κάμποσα ακόμα σημεία των καιρών. Ένα χρόνο αργότερα, είχε αποχωρήσει από το συγκρότημα.
Αξιοσημείωτο είναι το πώς η μπάντα αξιοποίησε αυτή τη ρήξη και τη μετέτρεψε σε κινητήριο δύναμη. Ο δίσκος είναι γεμάτος αντιφάσεις. Ξεκινά με το “Land of Sunshine“, που βασίζεται σε ερωτήσεις τεστ της Σαηεντολογίας και φράσεις από μπισκότα τύχης. Αμέσως μετά έρχεται το “RV“, ένας lo-fi μονόλογος για τη βαρετή καθημερινότητα και τη φθορά των προαστίων. Το “Be Aggressive“, γραμμένο από τον Roddy Bottum, συνδυάζει συνθήματα μαζορέτων με ανοιχτές ομοφυλοφιλικές αναφορές, κάνοντας την ιδέα προώθησής του ως single άκρως ρηξικέλευθη για τα early ‘90s.
Αυτή η μουσική δεν είχε φτιαχτεί για ευρεία κατανάλωση, και η Warner Bros. το καταλάβαινε. Μετά την ακρόαση του άλμπουμ, ένας διευθυντής φέρεται να είπε: «Ελπίζω να μην αγόρασε κανείς σπίτι». Παρ’ όλα αυτά, η εταιρεία όφειλε να το προωθήσει. Οι Faith No More βγήκαν σε μεγάλες περιοδείες, με πιο γνωστές τις εμφανίσεις τους πριν από τους Guns N’ Roses και τους Metallica. Το κοινό αυτών των συγκροτημάτων περίμενε κάτι πιο απλό και ίσως πιο προβλέψιμο. Δεν ανταποκρίθηκε σε τραγούδια γεμάτα πολυπλοκότητα. Οι αντιδράσεις ήταν κυρίως αρνητικές. Κάποιες φορές τους αγνοούσαν, άλλες τους αντιμετώπιζαν με απορία ή αμηχανία. Παρόλα αυτά, το συγκρότημα δεν άλλαξε στάση. Σκεφτόντουσαν ακόμη και να εγκαταλείψουν την περιοδεία.
Όλα αυτά, όμως, δεν προέκυψαν τυχαία. Οι Faith No More ήξεραν τι έκαναν. Το “Angel Dust” σχεδιάστηκε ως η αντίθετη πορεία από το “The Real Thing”. Δεν είχε στόχο τα ραδιοφωνικά singles – αν και το “Midlife Crisis” τα κατάφερε στα εναλλακτικά charts. Αυτό που ήθελαν ήταν να φτιάξουν έναν δίσκο που θα αντιμετώπιζε τις προβλέψιμες προσδοκίες χωρίς υποχωρήσεις. Όποιος νόμιζε πως είχε καταλάβει τι είναι οι Faith No More, έπαιρνε εδώ την απάντησή του.

Στις ΗΠΑ, η ανταπόκριση ήταν υποτονική. Το άλμπουμ έγινε χρυσό, αλλά θεωρήθηκε κατώτερο από το “The Real Thing”. Στην Ευρώπη και την Αυστραλία, όμως, τα πράγματα ήταν αλλιώς. Το “Angel Dust” βρήκε πιο δεκτικό ακροατήριο και πούλησε περισσότερο από τον προκάτοχό του. Με τον καιρό, η εικόνα του άλλαξε. Ό,τι κάποτε ακουγόταν σαν πρόκληση, άρχισε να εκλαμβάνεται ως καλλιτεχνική στάση.
Για έναν δίσκο που λίγοι ήξεραν πού να τον κατατάξουν, το “Angel Dust” τα κατάφερε περίφημα. Έγινε σημείο καμπής για τους Faith No More και ταυτόχρονα βοήθησε να διαμορφωθεί το έδαφος για την εναλλακτική metal σκηνή. Συγκροτήματα όπως οι System of a Down και οι επηρεάστηκαν έντονα από το εύρος του. Η επιρροή του δεν σχετίζεται με τεχνική αρτιότητα ή ηχητική καθαρότητα. Αντλεί δύναμη από την άρνηση της μπάντας να συμβιβαστεί, ακόμη και όταν λίγοι έμοιαζαν να καταλαβαίνουν τι ακριβώς έκανε.
Οι Faith No More δεν ήθελαν να τινάξουν την καριέρα τους στον αέρα με το “Angel Dust”, αλλά ήταν έτοιμοι για αυτό το ενδεχόμενο. Έφτιαξαν έναν δίσκο που απομάκρυνε τους πιο περιστασιακούς ακροατές, ενόχλησε τη δισκογραφική και δοκίμασε τη συνοχή τους ως μπάντα. Ταυτόχρονα, όμως, φύτεψαν την ιδέα ότι ο σκληρός ήχος μπορεί να σκεφτεί και αλλιώς.
Artist: Sober On Tuxedos
Album: Good Intentions
Label: Heaven Music
Release Date: 11/12/2020
Genre: Nu Metal, Metalcore
Artist: Faith No More