Στα 90s, εξαιτίας της ιδιοφυΐας ΤΟΥ, το ταλέντο του μουσικού γίγνεσθαι, αθροιστικά, ήταν μεγαλύτερο. Αν το θεωρείτε υπερβολή, ας σκεφτούμε λίγο τι είχε επιτύχει μέχρι το 1995. “Scream Bloody Gore”, “Leprosy”, “Spiritual Healing”, “Human”, “Individual Thought Patterns” και “Symbolic”. Aν τα βάλουμε κάτω χρονολογικά, ο Chuck Schuldiner, σε λιγότερο από μία δεκαετία που ήταν ενεργός στη σκηνή, είχε καταφέρει να ορίσει/δημιουργήσει ένα είδος, το death metal, και να λογίζεται ως ένας από τους σπουδαίοτερους μουσικούς της γενιάς του και όχι μόνο. Όμως, όπως όλοι οι τόσο ταλαντούχοι άνθρωποι, ένιωθε ότι ήθελε να δοκιμάσει κάτι διαφορετικό. Και φυσικά, το έκανε. Kαι αυτό το διαφορετικό ονομάστηκε Control Denied: The Fragile Art Of Existence.
Από μικρή ηλικία, παρότι μουσικά εκφραζόταν πιο ακραία, πάντα τον γοήτευε ο παραδοσιακός heavy metal ήχος. Η κεντρική ιδέα του Schuldiner ήταν να εμπλουτίσει το old-school metal με τη δύναμη του death και τις μελωδικές δυνατότητες του prog. Αυτή η ιδέα άνθισε στους Control Denied, των οποίων το μοναδικό άλμπουμ, “The Fragile Art Of Existence”, παραμένει τόσο μεγαλοπρεπές τώρα, όσο και όταν κυκλοφόρησε.
Ο Schudliner ήθελε να ξεκινήσει ένα side (ίσως και main) project από τις αρχές της δεκαετίας του ’90. Το 1993, δήλωσε στο Guitar School: «Σίγουρα θέλω να πειραματιστώ και να δοκιμάσω νέα πράγματα. Και αν πότε νιώσω ότι αυτή μου η διάθεση για πειραματισμό με οδηγεί σε κάτι που δεν ταιριάζει με τους Death, απλά θα τη χρησιμοποιήσω σε κάτι άλλο. Στο μέλλον σκοπεύω να κάνω ένα πιο μελωδικό heavy metal side-project, με έναν τραγουδιστή στο στυλ του Rob Halford».
«Οι Control Denied είναι αναμφίβολα μία προέκταση των Death. […] Μάλιστα, θεωρώ ότι στο “The Fragile Art Of Existence” θα δουν ότι είναι εντονότερα από κάθε άλλη φορά» – Chuck Schuldiner
Όταν οι Death ολοκλήρωσαν την ευρωπαϊκή τους περιοδεία το 1995, ο Schuldiner ξεκίνησε αμέσως να δουλεύει για να τελειοποιήσει αυτό που αργότερα θα ονομαζόταν Control Denied. Υποστήριζε ότι οι οπαδοί των Death, παρά τη μουσική στροφή, θα έβρισκαν πολλά να αγαπήσουν. Μιλώντας στο Chronicles Of Chaos το 1998, ο Schuldiner εξήγησε: «Οι Control Denied είναι αναμφίβολα μία προέκταση των Death . Είμαι τυχερός γιατί υπάρχουν άνθρωποι που αγκαλιάζουν τη μουσική και τους Death. Νομίζω ότι μόλις ακούσουν τη μουσική των Control Denied θα αναγνωρίσουν τα στοιχεία αυτά που τους έκαναν να αγαπήσουν τους Death. Μάλιστα, θεωρώ ότι στο “The Fragile Art Of Existence” θα δουν ότι είναι εντονότερα από κάθε άλλη φορά.»
Για να ολοκληρώσει το σχέδιό του, ο Chuck χρειαζόταν μία έμπειρη, ικανή και ταλαντούχα ομάδα μουσικών. Έτσι, επιστράτευσε σχεδόν τους ίδιους ανθρώπους με τους οποίους είχε συνεργαστεί στο “The Sound of Perseverance”. Μόνο που αυτήν τη φορά υπήρχε μία διαφοροποίηση, στο μπάσο δέσποζε με την παρουσία ο Steve Di Giorgio. Οπότε, η σύνθεση των Control Denied ήταν έτοιμη, με τους Shannon Hamm (κιθάρα) και Richard Christy (τύμπανα) να την ολοκληρώνουν.
Μέχρι το 1997, το “The Fragile Art Of Existence” ήταν σχεδόν έτοιμο. Και λέμε σχεδόν, γιατί έλειπε κάτι βασικό, τα φωνητικά. Ο Schuldiner, παρότι ήταν για σχεδόν 15 χρόνια frontman των Death, για τους Control Denied ήθελε κάτι διαφορετικό. Στη λίστα των υποψήφιων τραγουδιστών που είχε κατά νου ο Chuck υπήρχαν ονόματα, όπως του Rob Halford και του έτερου τεράστιου, Warrel Dane. Τελικά, αυτός που επιλέχθηκε ήταν ο Tim Aymar, ο οποίος το 2011 εξήγησε πώς έγινε αυτό το πάντρεμα.
To “The Fragile Art Of Existence” δεν είναι απλά ένα progressive metal album, είναι o Chuck Schuldiner που εκπληρώνει το πεπρωμένο του
«Ο Schuldiner μού εξήγησε ότι έψαχνε έναν τραγουδιστή που θα μπορούσε να τραγουδήσει με την αυτοπεποίθηση του Dio και συγχρόνως να μπορεί να πιάσει της ψηλές του. Αυτό, ήταν κάτι που μπορούσα να το κάνω». Έτσι, με όλα τα κομμάτια του παζλ να έχουν συμπληρωθεί, οι Control Denied ολοκλήρωσαν το “The Fragile Art Of Existence”, το οποίο κυκλοφόρησε το 1999.
Το “The Fragile Art Of Existence” φαντάζει σαν την αρχή της πορείας του Chuck προς το δημιουργικό του αποκορύφωμα. Ακούγοντας το album δε χρειάζεται ιδιαίτερη προσπάθεια για να καταλάβεις ότι η μουσική των Control Denied είναι σίγουρα εμπενευσμένη από τον ίδιο νου που ηγείτο των Death. Συγχρόνως, περιέχει στοιχεία που το κάνουν να απέχει πολύ από οτιδήποτε έφτιαξαν ποτέ οι Death. Δεν είναι απλά ένα progressive metal album, είναι o Schuldiner που εκπληρώνει το πεπρωμένο του.
Αν και ο δίσκος αποτελείται από μόλις οχτώ κομμάτια, η συνολική του διάρκεια ξεπερνάει τα 50 λεπτά. Και όπως σε κάθε άλπουμ που έφερε την υπογραφή του Schuldiner, έτσι και εδώ, δεν υπάρχουν fillers. Κάθε κομμάτι είναι δουλεμένο, συνθετικά μοναδικό, και κοσμείται από μία λαμπρή μουσικότητα και ταιριαστή παραγωγή. Για να έχετε μία εικόνα, θυμηθείτε την progressive λογική του “The Sound of Perseverance” και φανταστείτε την πολύ πιο τολμηρή.
Το “The Fragile Art Of Existence” είναι ένα άλμπουμ που ξεχωρίζει για την απίστευτη τεχνική δεξιοτεχνία που επιδεικνύουν οι μουσικοί του, η οποία φέρνει στο προσκήνιο ένα εντυπωσιακό μείγμα progressive metal και power metal. Ίσως η ερμηνεία του Tim Aymar να ξενίζει αρκετούς. Ωστόσο, οι κιθάρες των Hamm & Schuldiner, οι πολύπλοκες γραμμές του Steve DiGorgio και το out-of-this-world drumming του Christy δημιουργούν ένα εντυπωσιακά εμπνευσμένο και ισορροπημένο album.
Η σημασία των Control Denied, και συγκεκριμένα του “The Fragile Art Of Existence”, εντοπίζέται στην κληρονομιά του Chuck Schuldiner
Με τραγικό τρόπο, το ταξίδι του Schuldiner με τους Control Denied διακόπηκε. Την άνοιξη του ’99, αποκάλυψε ότι είχε ξεκινήσει θεραπείες για μια σπάνια μορφή καρκίνου του εγκεφάλου. Η μάχη του θα διαρκούσε δύο χρόνια, όταν το 2001 η ασθένεια θα του στερούσε τη ζωή. Σύμφωνα με πληροφορίες, η μπάντα δούλευε πάνω στο δεύτερο της άλμπουμ, το “When Man And Machine Collide”. Ενώ οι κιθάρες και τα τύμπανα είχαν ολοκληρωθεί, σύμφωνα με τον Hamm, το άλμπουμ τελικά δε θα κυκλοφορούσε ποτέ.
Μετά από χρόνια εικασιών ότι το δεύτερο άλμπουμ των Control Denied θα ολοκληρωνόταν τελικά και θα κυκλοφορούσε, ο μάνατζερ του Schuldiner, Eric Greif, σταμάτησε κάθε κουβέντα γράφοντας στο Facebook: «Η αλήθεια είναι ότι ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ολοκληρωμένη εκδοχή του WMAMC και δε θα υπάρξει μετά από τόσα χρόνια».
Σήμερα, η σημασία των Control Denied, και συγκεκριμένα του “The Fragile Art Of Existence”, εντοπίζεται στον ηγέτη τους. Αποτελούν χαρακτηριστικό παράδειγμα της θέλησης του Schuldiner να να αμφισβητήσει τα μουσικά όρια. Κάτι που αποκτά μεγαλύτερη σημασία, αν αναλογιστούμε ότι μιλάμε για έναν άνθρωπο που βοήθησε να οριστεί ένα -τότε- νέο είδος, άκρως αντισυμβατικό. Είναι ένα ακόμα κομβικό κεφάλαιο στην κληρονομιά ενός ανθρώπου, του οποίου η επιρροή γίνεται αισθητή τόσο έντονα στο θάνατο όσο και στη ζωή.